H ιατρική συνέντευξη αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της διάγνωσης και αποτελεσματικής θεραπείας, και η ευθύνη συχνότερα βαραίνει τους γιατρούς της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, κυρίως παθολόγους, με τους οποίους έρχεται σε επαφή αρχικά ο ασθενής. Συνήθως η βιαστική εξέταση είναι οργανικά προσανατολισμένη, ενώ δίνεται ελάχιστη σημασία στους ψυχολογικούς παράγοντες. Η πιο συχνή απάντηση στον ασθενή είναι : <<δεν έχεις τίποτα, άγχος! >>. Τα άτομα με αγχώδη συμπτωματολογία αντιμετωπίζονται με δυσφορία, αν όχι και με ειρωνεία και κατηγοριοποιούνται στους κακόφημους Ν.Φ.Δ. Στην καλύτερη περίπτωση τους φορτώνουν με ένα σωρό ηρεμιστικά και τους στέλνουν στο καλό. Πρέπει να σημειωθεί ότι το 75%-80% των αγχολυτικών φαρμάκων αναγράφονται από τους γιατρούς της πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Η αναζήτηση και εντόπιση όσον το δυνατόν περισσότερων συμπτωμάτων και χωρίς να υπάρχει οργανικό υπόβαθρο, πιθανολογούν ότι ο ασθενής πάσχει από κάποια μορφή αγχώδους διαταραχής.
Ψυχιατρικά συμπτώματα: ανησυχία και ανυπομονησία, αίσθημα αόριστου φόβου και αγωνίας, νευρικότητα, διάσπαση της προσοχής, δυσκολία συγκέντρωσης, αίσθημα μειωμένης αντιληπτικής ικανότητας.
Σωματικά συμπτώματα:
Δύσπνοια, αίσθημα πνιγμού, αίσθημα κόμβου στο λαιμό, πόνος στο στήθος, δυσκαταποσία, αίσθημα παλμών, λιποθυμική τάση, ξηροστομία, ανορεξία, ναυτία, ίλιγγος, κοιλιακά άλγη, μυϊκή τάση, παραισθησίες (τσιμπήματα, μουδιάσματα), κόπωση, κινητική ανησυχία, τρεμούλα, αδυναμία, ζάλη, εφιδρώσεις, συχνοουρία, κεφαλαλγία. Στις περιπτώσεις που εμφανίζεται η σωματική συμπτωματολογία του άγχους ( αντίθετα, στην αγοραφοβία, στην απλή και κοινωνική φοβία καθώς και στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή παρουσιάζονται εικόνες συμπεριφοράς αποφυγής) η ψυχοφυσιολογία συμβάλλει αποφασιστικά μέσω σημαντικών συμπληρωματικών πληροφοριών στη διάγνωση (πέρα από τον θεραπευτικό σχεδιασμό και τον έλεγχο του θεραπευτικού αποτελέσματος). Τα φυσιολογικά-σωματικά επίπεδα απαντητικότητας απεικονίζονται μέσω ενός πλήθους ψυχοφυσιολογικών παραμέτρων, που διακρίνονται σε Αυτονομικές, Μυοσκελετικές και μετρήσεις Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Το μεγαλύτερο μέρος των ψυχοφυσιολογικών μετρήσεων λαμβάνει χώρα στο εργαστήριο. Το γεγονός αυτό παρουσιάζει το πλεονέκτημα ότι οι μετρήσεις γίνονται χωρίς παρεμβολές και εξασφαλίζεται ελεγχόμενη αποτίμηση των μεταβολών. Στα μειονεκτήματα περιλαμβάνεται το γεγονός ότι το πειραματικά επαγόμενο άγχος είναι συχνά ελάχιστα ρεαλιστικό και ασθενές ποσοτικά.Αυτονομική δραστηριότητα: Οι αγχώδεις άρρωστοι επιδεικνύουν αυξημένη αυτονομική απαντητικότητα. Έκφραση μιας αυξημένης ηλεκτροδερματικής δραστηριότητας είναι η αύξηση του επιπέδου ηλεκτοδερμικής αγωγιμότητας. Από τις καρδιαγγειακές παραμέτρους έχουν παρατηρηθεί τόσο αυξημένη καρδιακή συχνότητα όσο και αυξημένη αρτηριακή πίεση.
Ηλεκτροφυσιολογική δραστηριότητα κεντρικού νευρικού συστήματος
Ηλέκτρο-Εγκεφαλογράφημα : οι αγχώδεις άρρωστοι εμφανίζουν πολύ συχνά αυξημένη βήτα-δραστηριότητα και μάλλον μειωμένη άλφα-δραστηριότητα καθώς και διάφορες δυσαρρυθμίες με μετωπο-κροταφική εντόπιση. Το ΗΕΓ ύπνου παρουσιάζει μη ειδική διαταραγμένη αρχιτεκτονική του ύπνου. Προκλητά Εγκεφαλικά Δυναμικά: Το συνηθισμένο ΗΕΓ καταγράφει την αυτόματη δραστηριότητα των νευρώνων του εγκεφάλου. Κάθε αισθητικό ερέθισμα, οπτικό ακουστικό (ιδίως με απότομη έναρξη) θα προκαλέσει μια απάντηση που καταγράφεται και μελετάται.
Τοπικός Εγκεφαλικός Μεταβολισμός:
Μελέτες αγχωδών αρρώστων με τεχνικές, όπως η τομογραφία μονήρους φωτονίου (SPECT), η τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET) και η μαγνητική φασματοσκοπία (ΜRI) παρέχουν ενδείξεις ιδιαιτεροτήτων αναφορικά προς τη ροή αίματος και τον εγκεφαλικό μεταβολισμό με κυρίαρχες εντοπίσεις στο μεταιχμιακό σύστημα και τις κροταφικές περιοχές.
Αν η συμπτωματολογία της αγχώδους διαταραχής αφήνει διαγνωστικές ασάφειες, τότε, επιβάλλεται ένας λεπτομερής εργαστηριακός έλεγχος προκειμένου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οργανικής σωματικής νόσου τα συμπτώματα της οποίας ταυτίζονται με αυτά της αγχώδους διαταραχής. Πάντως η σχετική πληροφόρηση του ασθενούς αναφορικά με το ενδεχόμενο το πρόβλημά του να βασίζεται σε ψυχολογικούς παράγοντες και να αποτελεί εκδήλωση άγχους θα πρέπει να γίνεται νωρίς, ακόμη και κατά την διάρκεια της πρώτης επαφής και αυτό, γιατί κάτι τέτοιο αυξάνει τις πιθανότητες αποδοχής της μετέπειτα θεραπείας και συμβάλλει στη συμμόρφωσή του στη φαρμακευτική θεραπεία που ενδεχομένως θα του χορηγηθεί. Σε περίπτωση που υπάρχει σωματική νόσος, ο άρρωστος μπορεί να παρουσιάσει άγχος όχι μόνο δευτεροπαθώς, ως αντίδραση στη νόσο του ή στις συνθήκες της νοσοκομειακής του νοσηλείας, αλλά και με την μορφή της πρωτοπαθούς ψυχικής διαταραχής. Οι συνηθέστερες καταστάσεις που έχουν οργανικό υπόβαθρο και συνοδεύονται από άγχος είναι :
Καρδιακές παθήσεις: στηθάγχη, αρρυθμία, υποσυστολική καρδιοπάθεια, έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακή ανακοπή, βαλβιδικές διαταραχές.
Ενδοκρινικές καταστάσεις:
υπερλειτουργία των επινεφριδίων, υπασβεστιαιμία (παραθυρεοειδισμός), υπερθυρεοειδισμός, υποθυρεοειδισμός.
Μεταβολικές καταστάσεις:
υπογλυκαιμία, υπονατριαιμία, υπερκαλιαιμία, πορφυρία, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, αναιμίες
Νευρολογικές καταστάσεις :
εγκεφαλοπάθεια, όγκοι εγκεφάλου, μεταδιασεισικό σύνδρομο, επιληπτικές κρίσεις, ίλιγγοι.
Αναπνευστικές καταστάσεις
Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, πνευμονοθώρακας, πνευμονικό οίδημα, πνευμονική εμβολή, άσθμα.
Όγκοι που εκκρίνουν
καρκινοειδές του εντέρου, ινσουλίνωμα, φαιοχρωμοκύτωμα, πεπτικό έλκος.
Πολλές ψυχιατρικές καταστάσεις, όπως η κατάθλιψη, ο αλκοολισμός, η κατάχρηση φαρμακευτικών ή μη ουσιών και άλλες μπορεί να εκδηλωθούν αρχικά με άγχος ή το άγχος να αποτελεί μέρος της σημειολογίας τους. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπ’όψη και το ενδεχόμενο φαρμακευτικές ουσίες που λαμβάνουν συνήθως οι ηλικιωμένοι άρρωστοι να αποτελούν παράγοντα εκδήλωσης άγχους, όπως διάφορα αντιπαρκινσονικά, αντιυπερτασικά, στεροειδή, αντιφλεγμονώδη μη στεροειδή αμινοφυλλίνη κ.α.
Τέλος υπάρχουν και φάρμακα που η απότομη διακοπή τους μπορεί να αποτελέσει αιτία εκδήλωσης άγχους. Τέτοια φάρμακα είναι τα αγχολυτικά, τα υπνωτικά, οι β-αδρενεργικοί αναστολείς κ.α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου