Ελεύθερο Δημοτικό Πανεπιστήμιο Περιστερίου
9 Απριλίου 2014
Ο όρος «cybernetics» (κυβερνητική) επινοήθηκε
το 1948 από τον αμερικανό μαθηματικό και φιλόσοφο Νόρμπερτ Βίνερ ( 26 Νοεμβρίου ,1894 –18 Μαρτίου, 1964,
Norbert Wiener) στο βιβλίο του
«Κυβερνητική ή έλεγχος και επικοινωνία στα ζώα και στις μηχανές» και προέρχεται
από την ελληνική κυβερνήτης και κυβερνώ.
Με τον νεολογισμό αυτό θέλησε να ορίσει την διεύθυνση ή αυτορρύθμιση ,
δηλαδή τον αυτόματο ή προσαρμοστικό έλεγχο και την επικοινωνία συστημάτων τόσο
ζώντων οργανισμών (φυσιολογία), όσο και
τεχνητών (μηχανές). Η Κυβερνητική
συνεπώς είναι ένας διεπιστημονικός χώρος έρευνας και τεχνολογικών εφαρμογών. Ο
Πλάτων στον διάλογο «Αλκιβιάδης» μιλάει
για την πολιτική ως «τέχνη του κυβερνάν», σε αναλογία με τον έλεγχο ενός
σκάφος. Σημαντική ήταν η συνεισφορά των μαθηματικών, της φυσιολογίας, της
ιατρικής, της βιολογίας και της μηχανικής. Βασικός στόχος πολλών ερευνητικών
προγραμμάτων ήταν η μελέτη του νευρικού
συστήματος, η δημιουργία μιας τυπικής θεωρίας της ανθρώπινης νόησης κι η
εφαρμογή της θεωρίας αυτής στον σχεδιασμό (αυτόματων) νοημόνων μηχανών. Η
κυβερνητική αποτελεί ένα υποσύνολο της επιστήμης συστημάτων το οποίο
αναπτύχθηκε παράλληλα με τη θεωρία συστημάτων αλλά από διαφορετικές βάσεις. Σε
σχέση με τη θεωρία συστημάτων η κυβερνητική επικεντρώνεται περισσότερο στη
λειτουργία των πολύπλοκων συστημάτων, δηλαδή στον τρόπο που ελέγχουν τη δράση
τους, επικοινωνούν μεταξύ τους, αλληλεπιδρούν τα μέρη τους κλπ, παρά στη δομή
τους.
Υπάρχουν πολλές θεωρίες που προσπαθούν να διερευνήσουν τα αίτια πίσω από την ανθρώπινη συμπεριφορά. Ο κλασικός
συμπεριφορισμός του Σκίνερ υποστηρίζει την εξωτερική αιτιοκρατία της μάθησης
μέσω της τιμωρίας και της ανταμοιβής, δηλαδή του καρότου και του μπαστουνιού. Ο
Freud με την ψυχανάλυση υποστήριξε την εσωτερική αιτιοκρατία, των ασυνείδητων
ορμέφυτων . Από τη φύση της η ψυχανάλυση είναι πολύ απαισιόδοξη σχετικά με την
ικανότητα του ανθρώπου για ουσιαστική αλλαγή, ενώ αρνείται το μεγαλείο του
δυναμικού του. Είναι μια θεωρία βασισμένη στην υπεργενίκευση του παθολογικού
που παραγνωρίζει τις δημιουργικές και υπερβατικές δυνατότητες της ψυχής. Η γνωσιακή ψυχολογία υποστηρίζει ότι τα
αίτια της συμπεριφοράς του ατόμου βρίσκονται στο γνωσιακό του όργανο και
περιλαμβάνουν τις δομικές πεποιθήσεις
του και τις νοητικές λειτουργίες του. Η
ψυχολογία του βάθους του Γιουνγκ
προσθέτει στους καθοριστικούς παράγοντες της ανθρώπινης συμπεριφοράς τις
αρχετυπικές ψυχικές δυνάμεις του συλλογικού ασυνειδήτου. Η ανθρωπιστική
ψυχολογία τέλος με προεξέχουσα την υπερπροσωπική δίνει έμφαση στις
υπερσυνειδητές (πνευματικές) περιοχές της ψυχής που το άτομο καλείται να
αφυπνίσει και να ενσωματώσει για να φθάσει στην ολοκλήρωση ή αυτοπραγμάτωση. Η
κάθε σχολή προβάλει τα δικά της επιχειρήματα για να υποστηρίξει τη θέση της. Η
αλήθεια είναι σαν τα κομμάτια από ένα σπασμένο καθρέφτη. Το κάθε κομμάτι
εμπεριέχει ένα μέρος της και μόνο η σύνθεση όλων των κομματιών σε πολλαπλά επίπεδα μπορεί να δώσει μια σφαιρική
και ικανοποιητική ερμηνεία της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αυτό προσπάθησαν να κάνουν ο Ρομπέρτο Ασσατζιόλι με την Ψυχοσύνθεση και πιο
σύγχρονα ο Κεν Γουίλμπερ με το «Το
Φάσμα της Συνειδητότητας» και την Ολιστική φιλοσοφία του.
Τόσο το Φροϋδικό ασυνείδητο όσο και το συλλογικό του Γιούνγκ είναι αχανή και
δύσκολα μπορούν να εξερευνηθούν. Οι εξωτερικοί παράγοντες συχνά δεν βρίσκονται
κάτω από τον δικό μας έλεγχο. Η αλλαγή των πυρηνικών μας πεποιθήσεων και των
δυσλειτουργικών μηχανισμών σκέψης, που
προτείνει η γνωσιακή ψυχοθεραπεία, είναι μια πιο βατή και αποτελεσματική
μέθοδος, με πολλαπλές εφαρμογές.
Η ψυχοκυβερνητική συγγενεύει κατά κάποιο τρόπο με τη γνωσιακή αναδόμηση , αλλά
εστιάζεται κυρίως στο ρόλο που διαδραματίζει η εικόνα του εαυτού στη συμπεριφορά, τις επιδόσεις αλλά και την υγεία
μας.
Ας δούμε λίγο την ιστορική προέλευση της
ψυχοκυβερνητικής που είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα..
H πλαστική χειρουργική, ειδικά εκείνη του
προσώπου, δε μεταβάλλει μονάχα την όψη ενός ανθρώπου, αλλά επηρεάζει δραματικά
και την ίδια του την προσωπικότητα, χαρίζοντάς του αυτοεκτίμηση και
αυτοπεποίθηση. Ο Maxwell Maltz (March 10, 1889– April 7, 1975), ένας διάσημος
Αμερικανός αισθητικός χειρουργός, παρατήρησε εντούτοις ότι σε ορισμένες
περιπτώσεις και παρά την εμφανή διόρθωση των ατελειών, τα άτομα συνέχιζαν να
διατηρούν μια αδικαιολόγητη αίσθηση κατωτερότητας. Με άλλα λόγια,
εξακολουθούσαν να νιώθουν και να συμπεριφέρονται ακριβώς σαν να είχαν ακόμη το
παλαιό τους πρόσωπο. Αυτή η παρατήρηση τον οδήγησε να υποθέσει, ότι η πλαστική
επέμβαση έπρεπε συνήθως, αλλά όχι πάντα, να επενεργεί σε κάποιο άλλο υπόστρωμα,
η αλλαγή του οποίου επέφερε τη βελτίωση της συμπεριφοράς. Σε αντίθετη
περίπτωση, το άτομο παρέμενε το ίδιο, ακόμα και όταν τα εξωτερικά του
χαρακτηριστικά άλλαζαν ριζικά. Ήταν σαν η ίδια η προσωπικότητα να διέθετε ένα
“πρόσωπο”. Αυτό το “εσωτερικό πρόσωπο” φαινόταν να αποτελεί το πραγματικό
κλειδί στην αλλαγή της προσωπικότητας. Εάν λοιπόν κανείς μπορούσε να εξαφανίσει
τις παλιές ψυχολογικές ουλές από το “πρόσωπο της προσωπικότητας”, τότε και μόνο
τότε το άτομο άλλαζε, ακόμα και χωρίς μια πλαστική επέμβαση! Αυτές τις
παρατηρήσεις του, μαζί με ψυχολογικές τεχνικές βελτίωσης εικόνας του εαυτού τις
παρουσίασε, στο βιβλίο του «Ψυχοκυβερνητική : μια νέα μέθοδος για να χαρίσετε
περισσότερη ζωή στη ζωή σας» που
εκδόθηκε το 1960 και ακόμα και σήμερα συγκαταλέγεται στα παγκόσμια μπεστ σέλερ βιβλία αυτοβοήθειας.
Εικόνα του Εγώ: Ακόμα και αν δεν το συνειδητοποιούμε,
ο καθένας φέρει μέσα του ένα είδος φωτογραφίας ή νοητικού πορτραίτου του εαυτού
του, που μπορεί να είναι ασαφές και δυσκολοπροσδιόριστο στο συνειδητό μας
βλέμμα, αλλά βρίσκεται εκεί πλήρες μέχρι τις μικρότερες λεπτομέρειες. Αυτή η
εικόνα του εγώ είναι η γνώμη ή ιδέα που έχουμε για εμάς τους ίδιους, “τι είδους
άνθρωπος είμαι”. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του πορτραίτου δημιουργείται
ασυνείδητα από τις προηγούμενες εμπειρίες, από τις ταπεινώσεις και τους
θριάμβους, από τον τρόπο που οι άλλοι μας έχουν συμπεριφερθεί, ειδικά στη
νηπιακή ηλικία. Η φανταστική εικόνα του “εγώ” είναι το κλειδί της
προσωπικότητας και της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αλλάξτε την εικόνα του εγώ και
θ’ αλλάξετε την προσωπικότητα και τη συμπεριφορά. Η εικόνα του εγώ καθορίζει τα
όρια του ατόμου, προσδιορίζοντας αυτό που μπορεί ή αυτό που δεν μπορεί να
πραγματοποιήσει. Επεκτείνοντας τα όρια της εικόνας του εγώ, επεκτείνουμε
ταυτόχρονα την “περιοχή του δυνατού” (Αν έχεις πίστη μπορείς να μετακινήσεις
και βουνά, η πίστη σου σ’ έσωσε, σε θεράπευσε κ.λ.π.). Η ανάπτυξη μιας “ορθής” και “ρεαλιστικής”
εικόνας του εγώ φαίνεται να προσδίδει στον άνθρωπο καινούργιες δυνατότητες, νέα
ταλέντα και μετατρέπει τις αποτυχίες σε επιτυχίες. Η ψυχολογία της “εικόνας του
εγώ” εξηγεί πολλά φαινόμενα γνωστά από καιρό, αλλά όχι ικανοποιητικά κατανοητά
κατά το παρελθόν, όπως π.χ. την ύπαρξη προσωπικοτήτων με κλίση στην επιτυχία
και προσωπικοτήτων με κλίση στην αποτυχία, με κλίση στην δυστυχία ή στην
ευτυχία, τύπων υγιών και τύπων ασθενικών. Συμπεριφερόμαστε όπως το είδος του ατόμου που πιστεύουμε ότι
είμαστε, και δε μπορούμε να δράσουμε διαφορετικά, παρά τις συνειδητές
προσπάθειες και τη δύναμη της θέλησης. Η ψυχολογία της εικόνας του εγώ εξηγεί
τελικά γιατί η “ορθή και θετική σκέψη” είναι αποτελεσματική σε μερικά άτομα και
όχι σε όλα. Η ορθή σκέψη στην πραγματικότητα “δρα” στο βαθμό που συμβαδίζει
(συμμορφώνεται) με την εικόνα του εγώ του ατόμου, αλλά δεν μπορεί να δράσει εάν
αυτή η συμφωνία δεν υπάρχει, μέχρις ότου αλλάξει η ίδια η εικόνα του εγώ. Οι
ιδέες ξένες προς το σύστημα αποκρούονται, δε γίνονται πιστευτές και δε
λαμβάνονται υπ’ όψιν σαν βάση δράσης. Αντίθετα, ιδέες σύμφωνες με το σύστημα
γίνονται αποδεκτές και εφαρμόζονται. Όταν αυτή η εικόνα είναι σωστή (αποδεκτή)
μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας,
αισθανόμαστε ελεύθεροι να είμαστε ο εαυτός μας, να εκφράσουμε το εγώ
μας. Κινούμαστε με χάρη, νιώθουμε ευτυχισμένοι. Όταν όμως ντρεπόμαστε γι’
αυτήν, όταν προσπαθούμε να την κρύψουμε και όχι να την εκφράσουμε, η
δημιουργική μας έκφραση είναι μπλοκαρισμένη, γινόμαστε επιθετικοί (ή
καταθλιπτικοί) και είναι δύσκολο κάποιος να ζήσει δίπλα μας.
Είναι καθαρή ειρωνεία, ότι η Κυβερνητική που γεννήθηκε σαν μελέτη των
μηχανικών αρχών και των μηχανών ,έφθασε να επιβεβαιώσει την αξιοπρέπεια του
ανθρώπου ως Μοναδική Ύπαρξη και
Δημιουργό. Αντίθετα η ψυχολογία, που άρχισε σαν μελέτη της ψυχής ή του
ανθρωπίνου πνεύματος κατέληξε σε μερικές εκφράσεις της, ευρέως αποδεκτές
ακαδημαϊκά (φροϋδισμός, συμπεριφορισμός), να στερεί τον άνθρωπο από την
ελευθερία της βούλησης. Ο συμπεριφοριστής, συγχέοντας τον άνθρωπο με τη
“μηχανή” του, δηλώνει ότι η σκέψη είναι απλά η κίνηση των ηλεκτρονίων και η
συνειδητότητα μια καθαρά χημική δράση. Θέληση και προθέσεις αποτελούν γι’ αυτήν
μύθους. Η κυβερνητική δεν κάνει τέτοιο λάθος. Αυτή δεν υποστηρίζει ότι ο
άνθρωπος είναι μια μηχανή, αλλά ότι διαθέτει, χρησιμοποιεί και προγραμματίζει
μια μηχανή. Για να καταλάβουμε την
ψυχολογία της εικόνας του εγώ και να την εφαρμόσουμε στην καθημερινότητα είναι
απαραίτητο να έχουμε κάποιες στοιχειώδεις γνώσεις πάνω στο μηχανισμό που
χρησιμοποιεί για να επιτύχει τους στόχους της. Υπάρχουν
πολλές επιστημονικές παρατηρήσεις, που φανερώνουν ότι ο εγκέφαλος και το
νευρικό σύστημα του ανθρώπου λειτουργούν σύμφωνα με τις γνωστές αρχές της
Κυβερνητικής. Ο εγκέφαλος και το νευρικό σύστημα αποτελούν ένα υπέροχο σύνθετο
«μηχανισμό που στοχεύει σε ένα σκοπό» , ένα είδος αυτόματου πιλότου που δρα για
μας και του οποίου η λειτουργία εξαρτάται από το πως εμείς οι προγραμματιστές,
το οδηγούμε και από τους σκοπούς που εμείς του καθορίζουμε.
Το
τραγικό της υπόθεσης είναι ότι ο βασικός προγραμματισμός μας φορτώνεται στον
σκληρό δίσκο του εγκεφάλου, ερήμην μας, στην παιδική ηλικία και έκτοτε
λειτουργεί αυτόματα.
Ένας “βοηθητικός μηχανισμός” είναι ένας
αυτόματος μηχανισμός με συγκεκριμένο προορισμό, που καθοδηγεί την πορεία προς
ένα στόχο διαμέσου δεδομένων ανάδρασης (feed-back) και δεδομένων μνήμης που αυτόματα
πραγματοποιούν τις απαραίτητες διορθώσεις, όταν είναι αναγκαίο. Υπάρχουν δύο
γενικοί τύποι βοηθητικών μηχανισμών. Ο σκοπός του πρώτου τύπου είναι η επίτευξη
ή το φθάσιμο ενός γνωστού στόχου.
Παράδειγμα αυτού του μηχανισμού είναι η λειτουργία τηλεκατευθυνόμενου πυραύλου εναντίον στόχου.
Αυτές οι μηχανές πρέπει να αναγνωρίζουν το στόχο, να διαθέτουν ένα προωθητικό
σύστημα καθώς και όργανα κατεύθυνσης (radar, ανιχνευτή θερμότητας, ήχου κ.λ.π.)
που να εντοπίζουν τη θέση του κινούμενου στόχου. Αυτά τα όργανα ελέγχουν την
πορεία του πυραύλου τόσο όταν κινείται στη σωστή πορεία (θετική αντίδραση), όσο
και όταν αποκλίνει από το στόχο του (αρνητική αντίδραση). Κάτι ανάλογο
συμβαίνει στο νευρικό σύστημα του ανθρώπου κάθε φορά που επιχειρεί μια
προσχεδιασμένη πράξη, ακόμα και σε μια απλή κίνηση όπως το να σηκώσει ένα
μολύβι από το τραπέζι. Μπορούμε να εκτελέσουμε αυτή την κίνηση χάριν σ’ ένα
αυτόματο μηχανισμό και όχι διαμέσου της θέλησης ή της απλής νοητικής σκέψης. Το κινητικό σύστημα είναι , που
καθορίζει και οργανώνει την εκτέλεση των κινήσεων, υποδιαιρείται σε τρία επί
μέρους συστήματα : το πυραμιδικό (Ονομάστηκε έτσι γιατί
ξεκινά από νευρώνες του έχουν σχήμα πυραμίδας και βρίσκονται στον κινητικό
φλοιό του μετωπιαίου λοβού (κυρίως στην περιοχή 4), το εξωπυραμιδικό και το παρεγκεφαλιδικό.
) Αυτό που κάνει το
ανώτερο μέρος του εγκεφάλου (ο κινητικός φλοιός) είναι να επιλέγει το σκοπό, να
τον μετατρέπει σε δράση με την επιθυμία και να προσφέρει τα δεδομένα στον
αυτόματο μηχανισμό (εξωπυραμιδικό) , ούτως ώστε το χέρι μας να μπορεί συνεχώς
να διορθώνει την πορεία του. Το συνεργατικό συντονισμό των αυτόματων κινήσεων
αναλαμβάνει η παρεγκεφαλίδα. Π.χ. στην βάδιση θα
πρέπει να συντονιστούν λεπτομερώς οι μυς των κάτω άκρων αλλά και οι μυς του
υπόλοιπου σώματος ώστε να κρατηθεί η σωστή στάση και ισορροπία κατά τη διάρκεια
της βάδισης. Μόνο ένας ανατόμος είναι σε θέση να γνωρίζει όλους τους μύες που
συμμετέχουν στην κίνηση, αλλά και τότε θα ήταν πολύ δύσκολο και χρονοβόρο να δώσει
εντολή σε μεμονωμένους μύες να κινηθούν (αγωνιστές), ενώ σε άλλους να
αδρανήσουν (ανταγωνιστές). Εμείς σηκώνουμε το μολύβι από το τραπέζι χωρίς
συνειδητή ανάμειξη στην διαδικασία της
αρμονικής εκτέλεσης της κίνησης.
Για την αυτόματη εκτέλεση της κίνησης απαιτούνται δύο βασικοί συντελεστές. Κατ’
αρχήν πρέπει να έχει απομνημονευτεί η ορθή απαιτούμενη κίνηση . Στη συνέχεια τα
αισθητήρια όργανα (τα μάτια στο παράδειγμα) πληροφορούν τον αυτόματο μηχανισμό
για την ορθή θέση του στόχου και καθοδηγούν την διόρθωση της πορείας της
κίνησης. Σ’ ένα νήπιο, που μόλις αρχίζει να χρησιμοποιεί τους μύες του, η
διόρθωση της κίνησης του χεριού είναι
εμφανής (σε ζιγκ-ζαγκ) γιατί η μνήμη του έχει καταγράψει ελάχιστες σχετικές
εμπειρίες. Κάτι ανάλογο συναντάμε και σε ενήλικες όταν πρωτομαθαίνουν μια νέα δεξιότητα, όπως να
κάνουν ποδήλατο ή να οδηγούν αυτοκίνητο : απαιτείται συνεχής συγκέντρωση της προσοχής μας γιατί οι
περισσότερες κινήσεις οργανώνονται από το πυραμιδικό σύστημα. . Αργότερα οι κινήσεις της οδήγησης αποθηκεύονται στα βασικά
γάγγλια και εκτελούνται αυτόματα χωρίς ιδιαίτερη συμμετοχή της συνείδησης. Σε περιπτώσεις βλάβης του
εξωπυραμιδικού συστήματος, όπως στη νόσο του Πάρκινσον, οι ασθενείς
παρουσιάζουν επιβράδυνση στην έναρξη των εκούσιων κινήσεων , γιατί η κινητική
μνήμη που εδρεύει στο εξωπυραμιδικό σύστημα δεν δίνει άμεσα και σωστά τις
πληροφορίες που χρειάζεται το πυραμιδικό σύστημα.
Είναι προφανές ότι όσο αυξάνεται η εμπειρία τόσο οι απαιτούμενες απότομες
διορθώσεις ελαχιστοποιούνται. Όταν μαθαίνουμε τελικά τις σωστές κινήσεις, ο
αυτόματος μηχανισμός τις αναπαράγει σε κάθε μελλοντική ανάλογη περίσταση, χωρίς
συνειδητή προσπάθεια. Εάν βλέπουμε το τελικό αποτέλεσμα με αρκετή σιγουριά, το
υποσυνείδητό μας θα ελέγξει και θα κατευθύνει τους μύες με το σωστό τρόπο.
Ο δεύτερος τύπος βοηθητικού μηχανισμού
είναι εκείνος που χρησιμοποιεί ο νους όταν ο στόχος ή η απάντηση δεν είναι
γνωστοί και απαιτείται ο εντοπισμός ή η ανακάλυψή τους. Για τη λειτουργία αυτού
του μηχανισμού χρειάζεται η επεξεργασία των ήδη υπαρχόντων στοιχείων μνήμης
(όπως όταν προσπαθούμε να θυμηθούμε κάποιο ξεχασμένο όνομα ή να εντοπίσουμε
κάποιο αντικείμενο σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο ). Όταν έχουμε προσδιορίσει καθαρά
το στόχο μας και του έχουμε εμφυσήσει μια ισχυρή θέληση-επιθυμία, ο αυτόματος
δημιουργικός μηχανισμός αρχίζει να λειτουργεί και ο αναλυτής ανιχνεύει τις
γνώσεις-πληροφορίες, συνδέοντας τα διάφορα μέρη και οδηγώντας στη λύση του
προβλήματος που προσφέρει “ξαφνικά” στη συνείδηση! Βλέπε τις περιπτώσεις του
Αρχιμήδη, του Νεύτωνα και τόσων άλλων.
Σ’ αυτή τη διαδικασία ο δημιουργικός
μηχανισμός κάνει πολύπλοκους υπολογισμούς αλλά έχει και τη δυνατότητα να
εισχωρήσει στη “Συλλογική Κοσμική Μνήμη” (τα μορφογενετικά και μορφικά πεδία
[morphogenetic, morphic fields],
όπως τα ονομάζει ο ο Ρούπερτ Σέλντρεϊκ, ο διάσημος Βρετανός βιολόγος,
που τα θεωρεί το πνευματικό υπόβαθρο του φυσικού κόσμου. Τα οργανωτικά πεδία
της συμπεριφοράς ανθρώπων και ζώων, κοινωνικών και πολιτισμικών συστημάτων,
καθώς και της διανοητικής δραστηριότητας μπορούν όλα να θεωρηθούν ως μορφικά
πεδία τα οποία περιέχουν μίαν εγγενή μνήμη ". Χαρακτηριστική είναι επίσης
η σχέση των μορφικών πεδίων με το συλλογικό ασυνείδητο (collective unconcious)
του Jung καθώς και με τα Ακασσικά πεδία ή αρχεία (Akashic Records) των
ανατολικών Βεδών, σύμφωνα με τις οποίες πρόκειται για κοσμικές βιβλιοθήκες όλων των εμπειριών και αναμνήσεων των
ανθρώπινων ψυχών.) Άπειρες εμπειρίες
μαρτυρούν υπέρ αυτής της άποψης.
Ο
Edison υποστήριζε ότι αντλούσε τις εμπνεύσεις του από μια πηγή έξω από τον ίδιο
και αν δεν ήταν αυτός να τις συλλάβει τότε κάποιος άλλος θα το έκανε σίγουρα.
Το ίδιο έλεγε και ο Νίκολα Τέσλα βλ.λ.. Λέγεται ότι ο Shubert ανέφερε σ’ένα
φίλο του, ότι η δημιουργική του δραστηριότητα συνίστατο στο να “θυμάται μια
μελωδία” την οποία ούτε ο ίδιος ούτε κανείς άλλος είχαν ποτέ πριν σκεφθεί.
Παρόμοιες διηγήσεις υπάρχουν και για τον Μότσαρτ, τον Μπετόβεν αλλά και πολλούς
άλλους καλλιτέχνες και επιστήμονες. Ο καθηγητής J.B.Rhine, διευθυντής του
παραψυχολογικού εργαστηρίου του Duke University απέδειξε πειραματικά, ότι ο
άνθρωπος διαθέτει μια εξωαισθητηριακή αντίληψη (E.S.P.).Η σύγχρονη μελέτη των
“μορφογεννητικών πεδίων” επιβεβαιώνει αυτές τις ανακαλύψεις και ανοίγει
εντυπωσιακούς ορίζοντες εφαρμογών. Όλες
οι σύγχρονες επιστημονικές παρατηρήσεις είναι περισσότερο συμβατές με την άποψη
που θέλει τον εγκέφαλο να είναι ένα μέσο μετάδοσης ή/και εκδήλωσης της συνείδησης
(και δη ένα μέσο που περιορίζει την εκδήλωση της συνείδησης σε μεγάλο βαθμό)
παρά με την άποψη που θέλει τον εγκέφαλο να είναι η μηχανή
"παραγωγής" της συνείδησης. Και περιττό να πούμε ότι η λειτουργία του
εγκεφάλου σαν ΦΙΛΤΡΟ (που περιορίζει τη δυνατότητα μας να δούμε ολοκληρωμένα
την πραγματικότητα) είναι μια θεωρία που εξηγεί καλύτερα από κάθε άλλη τις
εξωσωματικές εμπειρίες, τις Περιθανάτιες Εμπειρίες (Near Death Experiences -
NDE) και τα άλλα παραψυχολογικά φαινόμενα.
Η επιστήμη της κυβερνητικής μας έχει
προσφέρει ικανοποιητικές αποδείξεις του γεγονότος ότι το λεγόμενο
ασυνείδητο δεν είναι “ένας
κατευθυντικός νους”, αλλά ένας
μηχανισμός που τείνει σ’ ένα στόχο, ένας βοηθητικός μηχανιμός που
χρησιμοποιείται και κατευθύνεται από το νου-συνείδηση. Αυτός ο εσωτερικός
αυτόματος πιλότος κινείται για την επίτευξη της επιτυχίας ή της αποτυχίας,
σύμφωνα με τους σκοπούς που εμείς του προσδίδουμε. Αυτοί οι σκοποί
διαβιβάζονται στον αυτόματο μηχανισμό εκτέλεσης μέσω των νοητικών εικόνων, που
δημιουργούμε με τη φαντασία. Η εικόνα-κλειδί που προσπαθεί να πραγματοποιήσει
πίσω από όλους τους επί μέρους στόχους, είναι η εικόνα του εγώ. Όπως όλοι οι
βοηθητικοί μηχανισμοί, δρα με βάση τις πληροφορίες και τα δεδομένα που του
παρέχουμε, δηλαδή με τις σκέψεις, τις πεποιθήσεις και τις ερμηνείες μας. Εάν
δίνουμε πληροφορίες που θεωρούν τον εαυτό μας ανάξιο, κατώτερο, ανίκανο,
αδύναμο, αποτυχημένο κ.λ.π. (αρνητική εικόνα του εγώ) αυτά τα δεδομένα
επεξεργάζονται, όπως κάθε άλλη πληροφορία προσφέροντας την “απάντηση” υπό μορφή
της αντικειμενικής επιβεβαίωσης αυτής της αρνητικής εικόνας! Καθίσταται λοιπόν προφανές, ότι η αλλαγή της εικόνας του
εγώ αποτελεί το μυστικό για ένα επιτυχές θετικό αποτέλεσμα. Σ’ αυτό το
σημείο πρέπει να υπογραμμίσουμε, ότι δεν είναι σημαντικό να γίνει κανείς
“επιτυχημένος”, γιατί αυτό υπονοεί συμβατικά εξωτερικά σύμβολα διάκρισης
(status simbol), αλλά “να έχει επιτυχία”, που σημαίνει την επίτευξη ενός σκοπού
σημαντικού για την προσωπική του ανάπτυξη και ολοκλήρωση. Στην προσπάθεια για
επιτυχία έχουμε τη βοήθεια των τεσσάρων
βασικών αρχών της ψυχοκυβερνητικής.
Πρώτη
αρχή της Ψυχοκυβερνητικής :
Η εικόνα του εγώ δε μεταβάλλεται με τη δύναμη της θέλησης. Όταν η
θέληση και η φαντασία βρίσκονται σε σύγκρουση, η φαντασία κερδίζει πάντα τη
μάχη. Η προσπάθεια να αλλάξουμε μια κακιά συνήθεια δεν πετυχαίνει παρά να τη δυναμώσει!
Οι απόψεις και οι πίστεις μας, καλές ή κακές, αληθινές ή ψεύτικες,
δημιουργήθηκαν χωρίς καμιά προσπάθεια ή ένταση από μέρους μας και χωρίς να
εξασκήσουμε τη δύναμη της θέλησης. Συνεπώς, πρέπει να ακολουθήσουμε την ίδια
διαδικασία για να δημιουργήσουμε νέες γνωσίες, νέες συνήθειες, νέες
εικόνες σε κατάσταση χαλάρωσης.
Δεύτερη
αρχή της Ψυχοκυβερνητικής: Η εικόνα του εγώ αλλάζει (προς το καλύτερο ή το
χειρότερο), όχι τόσο από την απλή σκέψη ούτε από αδρανείς γνωσιακές
πληροφορίες, αλλά από την εμπειρία. Τίποτε δεν οδηγεί καλύτερα στην επιτυχία
όπως η ίδια η επιτυχία. Μαθαίνεις να δρας με επιτυχία μόνο δοκιμάζοντάς την και
η ενθύμηση των περασμένων επιτυχιών δρα σαν εφόδιο γνώσεων, που μας δίνει
εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και πίστη στην δυνατότητα επίτευξης των νέων στόχων
μας. Όταν κάνουμε νέες εμπειρίες εγκαθίστανται στον εγκέφαλό μας νέα κυκλώματα,
νέα δρομολόγια πληροφοριών και ενεργών διασυνδέσεων με τα υπόλοιπα μέρη, μια
γενική ανασυγκρότηση του συστήματος. Όταν αντίθετα συλλέγουμε απλά πληροφορίες,
αυτές ταξινομούνται, αρχειοθετούνται και αποθηκεύονται όπως το λίπος στο σώμα
μη διαδραματίζουσες ουσιαστικά ενεργό ρόλο στην οικονομία του υπάρχοντος
συστήματος. Πώς μπορεί όμως ένα άτομο να αντλήσει δύναμη από προηγούμενες
επιτυχίες εάν έχει συγκεντρώσει μόνο αποτυχίες; Η κατάσταση είναι παρόμοια με
εκείνη ενός νέου που δεν μπορεί να βρεί δουλειά γιατί του λείπει η εμπειρία και
δεν μπορεί να αποκτήσει πείρα γιατί δεν έχει δουλειά… Αυτό το δίλημμα βρίσκει
λύση μέσω της επόμενης αρχής.
Τρίτη αρχή της ψυχοκυβερνητικής :
Το
νευρικό σύστημα δεν μπορεί να διακρίνει τη διαφορά μεταξύ μιας βιωματικής εμπειρίας και μιας εμπειρίας
εντόνου και λεπτομερούς οραματισμού στο παρόν! Αντιδρά σύμφωνα με αυτό που
σκεπτόμαστε ή φανταζόμαστε ότι είναι αληθινό (προσομοίωση = simulation ). Εάν
σε ένα υπνωτισμένο άτομο πούμε ότι βρίσκεται στο Βόρειο πόλο, τότε αυτό όχι
μόνο θα τρέμει και θα του φαίνεται ότι κρυώνει, αλλά το σώμα του θα αντιδράσει
σαν να υπέφερε από κρύο: ανατριχιάζει, παράγεται αγγειοσύσπαση στα άκρα και
στην περιφέρεια του σώματος κ.λ.π. Κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί αν κάποιος
φανταστεί έντονα ότι έχει ένα χέρι βυθισμένο σε παγωμένο νερό. Δρούμε και
αισθανόμαστε, όχι σύμφωνα με την πραγματική άποψη των πραγμάτων , αλλά σύμφωνα
με την εικόνα που ο νους μας έχει κατασκευάσει γι’ αυτά. Συνεπώς εάν οι ιδέες
και οι εικόνες που μας αφορούν είναι παραμορφωμένες και μη ρεαλιστικές, τότε
και οι δικές μας αντιδράσεις προς το περιβάλλον θα είναι ανάλογα εσφαλμένες.. H
μέθοδος λοιπόν που ακολουθούμε συνίσταται στο να δημιουργούμε μια θετική
νοητική εικόνα, δια μέσου του
οραματισμού και στο να προάγουμε νέα πρότυπα συμπεριφοράς δρώντας και
κινούμενοι “σαν να” διαθέταμε ήδη αυτή την ικανότητα.
Συχνά πιστεύουμε ότι η δημιουργική φαντασία είναι ένα ειδικό χάρισμα των
ποιητών, των εφευρετών και των φιλοσόφων. Στην πραγματικότητα είναι μια κοινή
ανθρώπινη ιδιότητα, που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σε απλά και καθημερινά ζητήματα.
Τέταρτη
αρχή της ψυχοκυβερνητικής: Αναστολή κάθε κρίσης για 21 ημέρες minimum, ενώ
εφαρμόζουμε τις διάφορες τεχνικές οραματισμού (είναι ο μέσος χρόνος που
χρειάζεται ένας ασθενής για να συνηθίσει
το νέο πρόσωπο μετά από πλαστική επέμβαση ). Είναι αναγκαίο να έχουμε
εμπιστοσύνη στη λειτουργία του δημιουργικού μηχανισμού και να μη τον
αδρανοποιούμε ανησυχώντας υπερβολικά για το αποτέλεσμα ή προσπαθώντας να
εκβιάσουμε την έκβαση με πολύ συνειδητές πράξεις. Πρέπει να τον αφήσουμε να
λειτουργήσει αντί να τον “κάνουμε να λειτουργήσει”. Δεν πρέπει να φοβόμαστε να
κάνουμε λάθος ή να αποτύχουμε προσωρινά. Κάθε βοηθητικός μηχανισμός επιτυγχάνει
ένα στόχο προχωρώντας βάσει της δοκιμής -λάθους-διόρθωσης της πορείας. Όλοι οι
αυτόματοι μηχανισμοί από τη φύση τους εμπεριέχουν μνήμες περασμένων σφαλμάτων,
αποτυχιών, αρνητικές και επώδυνες εμπειρίες, που δεν εμποδίζουν, αλλά συμβάλλουν
στη διαδικασία της μάθησης αρκεί να χρησιμοποιούνται σαν πληροφορίες των
“αρνητικών αντιδράσεων” και να θεωρούνται αποκλίσεις από το θετικό στόχο που
επιθυμούμε να προσεγγίσουμε. Εν τούτοις, από τη στιγμή που αναγνωρίζουμε ένα
λάθος και πραγματοποιούμε τη διόρθωση
είναι εξ ίσου σημαντικό να ξεχνάμε
θεληματικά το λάθος και να συγκρατούμε στη μνήμη την προσπάθεια που είχε θετικό
αποτέλεσμα. Εάν επιμένουμε στο λάθος ή αισθανόμαστε ένοχοι, συνεχίζοντας να
καταδικάζουμε (και να αυτοτιμωρούμε) τον εαυτό μας γι’ αυτό, τότε χωρίς να το
καταλαβαίνουμε, το λάθος ή η αποτυχία γίνονται ο “σκοπός” που προγραμματίζουμε
στη μνήμη μας. Ο πιο δυστυχής από τους θνητούς είναι αυτός που επιμένει να
αναβιώνει το παρελθόν, επιστρέφοντας με τη φαντασία του, κρίνοντας συνεχώς τα
λάθη που διέπραξε και συνεχίζοντας να καταδικάζει τον εαυτό του για τα
περασμένα αμαρτήματα. Είμαστε θύματα του συνειδητού εαυτού και της σκέψης, όχι
του ασυνειδήτου, γιατί είναι μέσα από τη σκέψη που βγάζουμε συμπεράσματα και
επιλέγουμε “τις εικόνες-στόχους” επί των οποίων συγκεντρωνόμαστε. Τη στιγμή που
αλλάζουμε τον τρόπο της σκέψης μας και σταματούμε να δίνουμε δύναμη στο
παρελθόν, αυτό και τα λάθη του παύουν να έχουν εξουσία πάνω μας. Ο Bertrand
Russel στο βιβλίο του “η κατάκτηση της ευτυχίας”, γράφει: «Όπως όλοι οι
πουριτανοί, είχα τη συνήθεια να διαλογίζομαι πάνω στις τρέλες μου, πάνω στα
αμαρτήματά μου και στις αποτυχίες μου. Θεωρούσα αναμφίβολα τον εαυτό μου ένα
μίζερο δυστυχισμένο άτομο. Έμαθα σταδιακά να θεωρώ με περισσότερη
αποστασιοποίηση τον εαυτό μου και τα ελαττώματά μου, συγκεντρώνοντας όλο και
περισσότερο την προσοχή μου, σ’ αυτό που με περιστοίχιζε : τον κόσμο, τους
διάφορους τομείς της ανθρώπινης γνώσης, τους ανθρώπους που αγαπούσα».
Παρόν και μέλλον εξαρτώνται από την ικανότητα να αποκτήσει κανείς καινούργιες
δεξιότητες και ένα νέο τρόπο να ερμηνεύει και να αντιμετωπίζει τα προβλήματα.
Δεν υπάρχει κανένα μέλλον, εάν συνεχίζεις να σκάβεις στο παρελθόν!
Μπορούμε να αναφέρουμε άπειρα παραδείγματα
εφαρμογών της ψυχοκυβερνητικής. Σ’ ένα
πείραμα που αφορούσε τη βελτίωση της απόδοσης στο μπάσκετ, μια ομάδα αθλητών
που ασκήθηκε νοητικά, οραματιζόμενη να στέλνει με επιτυχία την μπάλα στο
καλάθι, βελτίωσε την απόδοσή της σε παρόμοιο ή και μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση
με μια άλλη ομάδα, που ακολούθησε ένα παραδοσιακό τρόπο προπόνησης. Είναι
γνωστό ότι οι μεγάλοι πρωταθλητές του σκάκι αφιερώνουν ένα σημαντικό χρόνο της
προετοιμασίας τους κάνοντας νοητικές ασκήσεις με φανταστικό αντίπαλο. Ο Artur
Schnabel ((April 17, 1882 –
August 15, 1951), ο διάσημος Αυστριακός πιανίστας, πήρε μαθήματα πιάνου
μόνο για επτά χρόνια. Μισούσε να ασκείται στην αληθινή ταστιέρα. Όταν του
ζητήθηκε κάποτε να εξηγήσει γιατί αφιέρωνε τόσο λίγο χρόνο στην πρακτική του
εξάσκηση απήντησε: «γιατί κάνω νοητική άσκηση». Ο Alex Morrison, ίσως ο
διασημότερος δάσκαλος του golf, στηρίζει την επιτυχία της μεθόδου διδασκαλίας
του (στο βιβλίο του “Better Golf without Practice”) στη ακριβή νοητική
απεικόνιση της κίνησης πριν την εκτέλεσή της. Δίνει έτσι εντολή στη “μυική
μνήμη” του επιτυχημένου κτυπήματος να καθοδηγήσει τις σωστές κινήσεις. Ο Conrad
Hilton φανταζόταν να διευθύνει ένα ξενοδοχείο πολύ πριν αυτό συμβεί στην
πραγματικότητα, ενώ από μικρός έπαιζε αυτό το
ρόλο. Ο Eduard Mc Goldrick χρησιμοποιεί ευρέως τον θετικό οραματισμό για
να βοηθήσει αλκοολικούς να διασχίσουν τη γέφυρα από την παλαιά στην καινούργια
ταυτότητα. Δεν είναι σκόπιμο να
χρονοτριβούμε επιζητώντας ασφαλείς θεωρητικές διαβεβαιώσεις. Μόνο η σωστή
δοκιμή θα μας πείσει για την αποτελεσματικότητα των αρχών της ψυχοκυβερνητικής. «Δράσε και θα έχεις τη δύναμη», έλεγε ο Emerson.
Λίγα λόγια για τον τρόπο που η εικόνα
του εαυτού επιδρά πάνω στην υγεία μας .
Είναι γνωστή η αρνητική επίδραση του στρες και της κακής ψυχολογίας πάνω στην
υγεία μας, τόσο σε ότι αφορά την
προφύλαξη όσο και στην αντιμετώπιση και την πρόγνωση διάφορων ασθενειών. Οι σκέψεις μας και τα
συναισθήματα που τις συνοδεύουν μπορούν, να μεταβάλλουν την ευαλωτότητα στις ασθένειες , μέσω ρυθμίσεων στη
λειτουργία του νευροφυτικού και του ανοσοποιητικού συστήματος . Έτσι αυξάνεται
ο κίνδυνος εμφάνισης μολυσματικών ασθενειών , όγκων, καρδιαγγειακών και
μεταβολικών νοσημάτων κλπ. Ο Χανς Σέλυ (Selye), στη δεκαετία του '70, διεύρυνε την έννοια του στρες , υποστηρίζοντας
ότι αυτό καθεαυτό δεν είναι παθολογικό,
αλλά αποτελεί ένα φυσιολογικό μηχανισμό προσαρμογής, που επιστρατεύει ζωτικές
ενέργειες για να αμυνθούμε από διαφορετικά και παρατεταμένα είδη στρεσογόνων
ερεθισμάτων, όπως φυσικών (τραυματισμοί,), ψυχολογικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών . Ο Σέλυ διέκρινε τρεις
φάσεις στο «Γενικό Σύνδρομο προσαρμογής»
του. Την αρχική φάση του συναγερμού. Την φάση προσαρμογής που ενεργοποιείται εάν η
ενόχληση είναι διαρκής και στην οποία παράγεται η μέγιστη νευροενδοκρινική
προσπάθεια για την αποκατάστασης της
διαταραχθείσας ομοιοστατικής ισορροπίας . Τέλος, εάν αποτύχει η
αποκατάσταση επέρχεται η εξάντληση, δηλαδή η κατάρρευσης των
αμυντικών συστημάτων και η εμφάνιση της ασθένειας. Αυτή είναι στην
πραγματικότητα μια θεωρία προφανώς πολύ άκαμπτη και στερεότυπη , που στηρίζεται
σε μια σειρά λεπτομερών παρατηρήσεων
που έγιναν σε πειραματόζωα και
δεν ταιριάζει πλήρως με την πραγματικότητα του υποκειμενικού κόσμου του
ανθρώπου .
Αρκετές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι διαφορετικοί άνθρωποι που εκτίθενται στο ίδιο
ερέθισμα , αντιδρούν επίσης πολύ διαφορετικά , τόσο από την άποψη της
φυσιολογικής αντίδρασης , όσο και από εκείνη του ψυχολογικού βιώματος . Για τους γνωσιακούς ψυχολόγους , ανάμεσα στο
δυνητικά στρεσογόνο ερέθισμα και την
νευροενδόκρινη απάντηση μεσολαβεί η υποκειμενική εκτίμηση της
απειλής. Έτσι , ο καθένας από εμάς , δεν
είναι εκτεθειμένος παθητικά σε
οποιοδήποτε εξωτερικό ερέθισμα, αλλά συνεχώς φιλτράρει και ερμηνεύει τα πάντα
που του συμβαίνουν. Επομένως, ανάλογα με
το είδος του νοήματος που προσδίδουμε σε
κάθε ερέθισμα , θα ενεργοποιηθεί ή δεν θα
ενεργοποιηθεί , μια στρεσογόνος αντίδραση ,διαφορετικού μεγέθους και
διάρκειας , και θα βιωθούν διαφορετικοί συνδυασμοί των συναισθημάτων. Με λίγα
λόγια , η αντίδραση στο στρες είναι μια ενεργητική διαδικασία , υποκειμενική ,
κάθε άλλο παρά αυτόματη και ποτέ πανομοιότυπη.
Από την ψυχολογική πλευρά υπάρχει πάντα μια ερμηνεία του ερεθίσματος που
είναι απολύτως υποκειμενική.
Θα πρέπει επίσης να τονίσουμε τη σημασία
της λεγόμενης φάσης της αντιμετώπισης, αναπροσαρμογής (cope
,κώουπ, coping : αγγλικός όρος , προϋποθέτει την
ενεργό και συστηματική αναδιάρθρωση των γνωστικών σχημάτων). Είναι αυτή που μας
επιτρέπει , όταν είναι αποτελεσματική , να επανεξετάσουμε το αγχωτικό γεγονός από μια άλλη σκοπιά .
Βλέπουμε ότι , σε σύγκριση με τον ίδιο αγχωτικό γεγονός , π.χ. μια διάγνωση
καρκίνου , άτομα παρόμοια από πολλές απόψεις , ( φύλο, ηλικία , κοινωνικο –
οικογενειακή κατάσταση , τον τύπο και το στάδιο του όγκου ) , αντιδρούν με πολύ
διαφορετικούς τρόπους : υπάρχουν εκείνοι που απελπίζονται, αυτοί που κλείνονται
στον εαυτό τους, αυτοί που γίνονται υπερδραστήριοι, εκείνοι που αναδιοργανώσουν
με σύνεση τη ζωή τους , αυτοί που γίνονται πικρόχολοι προς τους πάντες και τα
πάντα , αυτοί που ασπάζονται μια θρησκεία, αυτοί που γίνονται μεγαλόψυχοι και
ενεργοποιούνται στον εθελοντισμό κ.λπ. Το πως θα επεξεργαστούν οι άνθρωποι την
εκάστοτε πρόκληση και πίεση εξαρτάται συνεπώς από την εικόνα που έχουν
σχηματίσει για τον εαυτό τους . Αν αισθάνονται αρκετά δυνατοί να αντέξουν και
να νικήσουν τις δυσκολίες ή αν αντίθετα υιοθετούν μια στάση αποτυχίας και
μοιρολατρίας. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο παρεμβαίνει η γνωσιακή ψυχοθεραπεία .
Βοηθάει το άτομο να δει τα γεγονότα από άλλη οπτική γωνία και να αλλάξει την
τελική ερμηνεία που δίνει, να απαλλαγεί από την αρνητική αξιολόγηση των
προσωπικών δυνάμεων και τις δυσμενείς προβλέψεις . Mε
τον τρόπο αυτό απελευθερώνονται και κινητοποιούνται οι θεραπευτικές δυνάμεις
του οργανισμού. Πολλοί θα έχετε ακούσει
για το φαινόμενο placebo,…ή της θετικής
προσμονής. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην διπλή τυφλή μέθοδο για την δοκιμασία της
αποτελεσματικότητας ενός φαρμάκου το placebo έχει ένα θετικό αποτέλεσμα γύρω στο 40 με
45%! Τι θα γινόταν αν μαζί με την φαρμακευτική ουσία συνδυάζαμε τη δύναμη της
αυθυποβολής; Υπάρχει όμως και το αντίθετό του, το φαινόμενο ή αποτέλεσμα nocebo και παράγεται από την αρνητική
πρόβλεψη. Ο εγκέφαλος, όπως είδαμε, δεν
μπορεί υποσυνείδητα να διακρίνει ένα γεγονός από μια αυθυποβολή και αντιδρά με τον ίδιο τρόπο ! Κάθε ιδέα που
καταλαμβάνει το νου, μετατρέπεται από το
σώμα σε πραγματικότητα. Θυμηθείτε τη δύναμη ελέγχου πάνω στο σώμα που εξασκούν
μερικοί γυμνασμένοι γιόγκις, ή τα θαυμαστά πράγματα που κάνουν οι άνθρωποι σε
βαθιά ύπνωση, και τα φαινόμενα της υστερικής παράλυσης και της υστερικής
τύφλωσης που σηματοδότησαν την αφετηρία της ψυχανάλυσης . Ο Emile Coué ( 1857 –
July 2, 1926), Γάλλος ψυχοθεραπευτής εφηύρε συστηματοποιημένα την διαδικασία
του placebo effect, με την ανάπτυξη της αισιόδοξης, θεραπευτικής αυθυποβολής
του. Παρατήρησε ότι οι ασθενείς που τους χορηγούσε ένα φάρμακο (ήταν ο ίδιος
φαρμακοποιός) και που εκθείαζε την αποτελεσματικότητά του, είχαν καλύτερη πορεία από άλλους ασθενείς που λάμβαναν το
ίδιο φάρμακο χωρίς εκθειασμό! Ο Coué στις αρχές του προηγούμενου αιώνα γιάτρεψε
εκατοντάδες ασθενείς από διάφορες, ήπιες και βαριές ασθένειες με έναν συνδυασμό
ύπνωσης, οραματισμού και επανάληψης θετικών
φράσεων. Το μυστικό της επιτυχίας
βρίσκεται στη συνειδητή αποδοχή της ιδέας (πίστη) από τον ασθενή. Η διαφορά της
ψυχοθεραπείας από την αυθυποβολή είναι ότι η αλλαγή είναι πιο συνειδητή και
σταθερή σε βάθος χρόνου, αφού αλλάζει τους
βασικούς προγραμματισμούς του ατόμου. Σε αντίθετη περίπτωση, αν οι
αυθυποβολές συγκρούονται μα τις δομικές , πεποιθήσεις αυτό που ο Cοué, ονομάζει
"self-conflict" (εσωτερική
σύγκρουση), το αποτέλεσμα είναι πενιχρό έως αντίθετο από το προσδοκώμενο!
Αλλάζοντας λοιπόν τις πεποιθήσεις που διαμορφώνουν την εικόνα του εαυτού σε
θέματα υγείας μπορούμε να επιτύχουμε
εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου