Καλωσόρισμα

Αυτός ο τόπος προσφέρει πλούσια επιστημονική ενημέρωση πάνω σε θέματα ψυχικής υγείας και όχι μόνο! Θα βρείτε άρθρα που αφορούν την ψυχιατρική, την ψυχολογία, την αυτογνωσία και την αυτοανάπτυξη.
Επιπλέον θα διαβάσετε αποσπάσματα από αληθινές ανθρώπινες ιστορίες, που περιγράφουν γλαφυρά το ταξίδι της ψυχής μέσα από τον πόνο και το σκοτάδι προς το φως και τη γαλήνη. Τέλος δίνει τη δυνατότητα επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων πάνω σε συναφή θέματα. Εύχομαι η περιήγησή σας να είναι χρήσιμη και ενδιαφέρουσα. Δεκτές παρατηρήσεις, ερωτήσεις και προτάσεις.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Oι πληροφορίες που παρέχονται έχουν καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμμία περίπτωση δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη γνωμάτευση και τη θεραπεία του ειδικού!

Τι είναι η Ψυχοσύνθεση


Η Ψυχοσύνθεση είναι μια ψυχολογική θεωρία και πρακτική, που αναπτύχθηκε από την ψυχανάλυση και εξελίχθηκε στην Ανθρωπιστική-Υπαρξιακή ψυχολογία και ακολούθως στην Υπερπροσωπική ψυχολογία. Εμπνευστής της ο Ιταλός ψυχίατρος Roberto Assagioli (1888-1974). Φίλος του C.G. Jung και μέλος της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας, ο Assagioli απομακρίνθηκε σταδιακά από τη φροϋδική σκέψη, που θεωρούσε δύσκαμπτη και περιορισμένη, σε σχέση με την ευρύτητα και πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού.
Κεντρική και προτότυπη θέση της Ψυχοσύνθεσης είναι ότι την αναλυτική φάση της ψυχοθεραπείας πρέπει να ακολουθεί μιά συνθετική, που να στοχεύει στην ολοκλήρωση της προσωπικότητας και την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού.

19/4/08

ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΑΓΧΩΔΕΙΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ




1)ΟΡΙΣΜΟΙ

Το άγχος αποτελεί καθημερινή εμπειρία που αφορά, λίγο-πολύ, όλους ανεξαρτήτως τους ανθρώπους. Παρόλα αυτά ο ακριβής ορισμός του όρου είναι δύσκολος γιατί η έννοια αυτή χρησιμοποιείται για ένα ευρύ φάσμα απαντήσεων του ατόμου. Ετυμολογικά η λέξη άγχος προέρχεται από το ρήμα άγχω, που σημαίνει σφίγγω πιεστικά, ιδίως στο λαιμό, εξ’ου και αγχόνη. Η γλώσσα μας είναι πλούσια σε λέξεις που αποδίδουν λεπτές αποχρώσεις συναισθήματων σχετικών με το άγχος: ανησυχία, δυσφορία, νευρικότητα, στενοχώρια, πίεση, αδημονία, ταραχή, αναστάτωση, σύγχυση, αγωνία, φόβος, πανικός, συναγερμός, τρόμος και άλλες.
Γενικά θα λέγαμε ότι άγχος είναι μια δυσάρεστη αίσθηση απειλής της προσωπικής ακεραιότητας, φυσικής ή ηθικής. Μια ψυχική στενοχώρια που προέρχεται από την οδυνηρή αναμονή ενός κινδύνου, μιας επικείμενης ζημίας, που δεν γνωρίζουμε, όμως, από που θα προέλθει, πότε θα μας χτυπήσει και εαν θα μπορέσουμε να τον αντιμετωπίσουμε πολεμώντας ή αποφεύγοντάς τον. Το άγχος συσχετίζεται με ένα παρόμοιο συναίσθημα,, τον φόβο. Και τα δύο προκαλούν τις ίδιες συναισθηματικές απαντήσεις και έχουν την ίδια νευροφυσιολογική βάση, όμως:
Ο φόβος είναι η δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση, που παράγεται ως απάντηση σε πραγματικό εξωτερικό κίνδυνο. Το άγχος αντίθετα, είναι η συναισθηματική απάντηση σε επικείμενο κίνδυνο Το άγχος είναι λοιπόν ενδογενές : μια δυσανεξία στο εσωτερικό της απειλούμενης ύπαρξής μας. Το άγχος διαρκεί πολύ, αφού δεν είναι γνωστό το ερέθισμα για να αμυνθεί ή να το αποφύγει ο άνθρωπος, ενώ ο φόβος διαρκεί όσο και ο κίνδυνος. Η πάλη και η φυγή είναι πράγματι οι δύο τρόποι με τους οποίους όλα τα ζωντανά όντα αντιδρούν στην απειλή, αντίδραση που συχνά βασίζεται σε μια αστραπιαία επιλογή, άλλοτε ενστικτώδη και άλλοτε συνειδητή, εξαρτόμενη από την φύση της ίδιας της απειλής. Στην περίπτωση όμως του άγχους, η άντίδραση, αν και ενεργοποιημένη, δεν είναι εφικτή διότι η φύση της απειλής δεν είναι προσδιορίσιμη, δεν είναι αντιληπτή και αυτή η αίσθηση της άγνωστης απειλής εκφράζεται με ένταση, ανησυχία, ανασφάλεια, αμηχανία . Αυτό το τόσο οδυνηρό βίωμα αντιστοιχεί σε πολύ συγκεκριμένες νευροφυσιολογικές, βιοχημικές και νευροορμονικές αντιδράσεις του οργανισμού, που είναι παρόμοιες με εκείνες των άλλων θηλαστικών που βρίσκονται σε κατάσταση κινδύνου.
Το άγχος όμως, εννοούμενο σαν εμπειρία ειδικά ανθρώπινη, δηλαδή το ΥΠΑΡΞΙΑΚΟ ΑΓΧΟΣ, τοποθετείται σε ένα επίπεδο διαφορετικό από τον απρόσωπο “συναγερμό” των ζώων, τόσο διότι είναι ένα συνειδητό βίωμα , όσο και διότι βασίζεται σε καταστάσεις και εμπειρίες αποκλειστικά ανθρώπινες.

Α) Η πρώτη από αυτές είναι η Συνειδητοποίηση του πρόσκαιρου και του επισφαλούς της ζωής μας, δηλαδή η συνείδηση του θανάτου. Η πιθανότητα να διακοπεί απότομα η ζωή μας, υπάρχει μέσα στον καθένα και την αντιλαμβανόμαστε αν σταματήσουμε λίγο για να σκεφτούμε, όταν προγραμματίζουμε το μέλλον, που αισθανόμαστε αβέβαιο, όταν βλέπουμε να χάνονται συγγενείς και φίλοι. Όταν το μυστήριο του θανάτου δεν διερευνάται άμεσα, τότε γίνεται η απωθημένη πηγή πολλών νευρώσεων, ενώ η ζωή ρηχαίνει. Θεωρείται από πολλούς, δεδομένο ότι ο θάνατος είναι κακός και η ζωή καλή, που πρέπει να παραταθεί πάσει θυσία, ακόμα και εις βάρος της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Τα γερατειά δεν είναι πια μια σεβάσμια περόδος της ζωής που χαρίζει τη σοφία της γαλήνιας αποσταποιοποίησης, αλλά μια άχρηστη, ενοχλητική κατάσταση, που πρέπει να ξορκίσουμε με κάθε τρόπο, καταφεύγοντας στην αιώνια πανπαιδικότητα, τις θαυματουργικές κρέμες και τις πλαστικές εγχειρήσεις. Αν δεν είχαμε μια τέτοια επιπόλαιη στάση ίσως ανακαλύπταμε την μυητική διδασκαλία του πρόσκαιρου, που σαν τη σκιά υπογραμμίζει και αποκαλύπτει το υπερβατικό φως του άχρονου, του οποίου κοινωνός είναι η βαθύτερη συνείδηση του ανθρώπου. Υπάρχει χρονολογικός και ψυχολογικός χρόνος. Ο χρονολογικός είναι απαραίτητος και υπάρχει.Υπάρχει ο χρόνος της γέννησης και ο χρόνος του θανάτου, ο χρόνος της σποράς και ο χρόνος του θερισμού. Ο ψυχολογικός όμως είναι εντελώς απατηλός. [Μπορεί να σκεφθεί κανείς το χρόνο, εκτός από την χρονολογική του έννοια; Ο χρόνος χρειάζεται για να πάει κανείς στο σταθμό, αλλά οι περισσότεροι χρησιμοποιούμε τον χρόνο σαν μέσον προς ένα ψυχολογικό σκοπό. Έχουμε επίγνωση του χρόνου, όταν υπάρχει ένα εμπόδιο στην επίτευξή μας ή όταν υπάρχει ένα διάστημα για να φθάσουμε στην επιτυχία μας. Ψυχολογικός χρόνος είναι το διάστημα μεταξύ εκείνου που είναι και εκείνου που θα μπορούσε ή θα μπορούσε ή θάπρεπε να είναι. Θεωρείται ότι το διάστημα μεταξύ αιτίας και αποτελέσματος είναι ο χρόνος. Υπάρχει όμως διάστημα; Η αιτία και το αποτέλεσμα μιας αρρώστειας μπορεί να χωρίζονται δια του χρόνου, που είναι πάλι χρονολογικός. Αλλά υπάρχει διάλειμμα μεταξύ της ψυχολογικής αιτίας και του αποτελέσματος; Δεν υπάρχει διάκενο! Το σήμερα είναι το αποτέλεσμα του χθες και η αιτία του αύριο. Είναι μια κίνηση, μια συνεχής ροή. Δεν υπάρχει μια καθαρή γραμμή διαχωρισμού, αλλά εσωτερικά τα διαχωρίζουμε για να γίνουμε κάτι. Είμαι αυτό και θα γίνω εκείνο. Για να γίνω εκείνο, χρειάζομαι καιρό, χρονολογικό χρόνο για ψυχολογικούς σκοπούς. Είμαι σε άγνοια αλλά θα γίνω σοφός. Η άγνοια που γίνεται σοφία, είναι απλώς προοδευτική άγνοια. Γιατί η άγνοια δεν μπορεί να γίνει ποτέ σοφία, όπως και η απληστία δεν μπορεί να γίνει μη απληστία. Άγνοια είναι αυτή τούτη η πορεία του γίγνεσθαι.] Ο νους δεν μπορεί να διατυπώσει το άχρονο, να το διαμορφώσει για τους δικούς του σκοπούς, γιατί δεν μπορεί να λειτουργήσει σε κανένα άλλο πεδίο εκτός από το πεδίο του χρόνου. Η σκέψη μπορεί να κάνει θεωρίες για το άχρονο, αλλά αυτές οι θεωρίες θα είναι δικές της προβολές. Το άχρονο είναι μια κατάσταση του Είναι, στην οποία δεν υπάρχει η σκέψη. <<Η ζωή έχει πραγματικά νόημα όταν υπάρχει το άχρονο, διαφορετικά είναι θλίψη, σύγκρουση και πόνος όπως λέει ο Κρισναμούρτι>>.


Β) Μια δεύτερη πλευρά ή αιτία του υπαρξιακού άγχους είναι η ΕΝΟΧΗ, έκφραση της σύνφυτης ηθικής αίσθησης, που διαμορφώνεται μέσα μας από την εκπαίδευση, την κοινωνική και πολιτισμική ατμόσφαιρα που κληρονομούμε. Η ενοχή είναι αποτέλεσμα της συνεχούς συγκρουσιακής δυναμικής μεταξύ της αναζήτησης ευχαρίστησης και των επιταγών του καθήκοντος, μεταξύ των ενστικτικών αναγκών και των απαγορεύσεων της λογικής. Ο Άγιος Αυγουστίνος επιβάλλει την ιδέα του απόλυτου χρέους του ανθρώπου προς το Θεό, < απέναντι στον οποίο κανείς δεν θα μπορέσει να εξοφλήσει ποτέ αυτά τα οποία πλήρωσε εκείνος για μας, δίχως να χρωστά τίποτα >. Ο Ζαν-Ζακ Ρουσό στις εξομολογήσεις του αποκαλύπτει την κόλαση του σύγχρονου ανθρώπου: <<είμαι χρεώστης απέναντι στους άλλους, σε όλους τους άλλους στους οποίους πρέπει να δώσω λόγαριασμό>>. Το να θέλεις να είσαι ο εαυτός σου δεν σημαίνει μόνο να επιδιώκεις το γνώθι σαυτόν, είναι να επιδιώκεις την αναγνώριση από τους άλλους, δηλαδή να τίθεσαι κάτω από την αμείλικτη εξουσία των εισαγγελέων σου.
<< Υπάρχω σημαίνει ξεπληρώνω>>, πληρώνω αέναα την τόλμη μου να μιλώ σε πρώτο πρόσωπο. Αυτή είναι η γήινη κόλαση, η Πρώτη Κρίση, που κατά κάποιον τρόπο είναι πολύ χειρότερη από την έσχατη κρίση του χριστιανισμού. Εάν μπορούμε να ονομάσουμε, σύμφωνα με τον Tillich, αυτόν τον τύπο του άγχους σαν Ηθικό άγχος, μια τρίτη αιτία αντιπροσωπεύεται από αυτό που αποκαλείται :

Γ) ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΓΧΟΣ . Το άγχος, δηλαδή, που εκφράζει την απώλεια ενός νοήματος που να δίνει αξία σε όλους τους επι μέρους στόχους ενός ανθρώπου. Αυτό το άγχος προκαλείται από την απώλεια ενός πνευματικού (σημασιολογικού) κέντρου, μιας συμβολικής απάντησης στο ερώτημα για το νόημα της ύπαρξης. Μπορούμε ακόμα να ορίσουμε πνευματικό, το άγχος που προέρχεται από την αμφισβήτηση της αξίας των ιδεών, των αρχών και των κοσμοθεωριών επι των οποίων οικοδομούμε τη ζωή μας, προσπαθώντας να της δώσουμε ένα νόημα.
Στην Ιουδαία αποσαφηνίστηκε η κατάσταση του ανθρώπου με τους προφήτες. Στην Ελλάδα με τους φιλοσόφους και τους τραγικούς. Όταν ο Λόγος στράφηκε προς την ερμηνεία του κόσμου έγινε φιλοσοφικός Λόγος, ενώ όταν έσκυψε πάνω στο μυστήριο του νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης έγινε τραγικός Λόγος. Ο πρώτος τρόπος προσέγγισης είναι ορθολογικός, αυστηρά επιστημονικός (βλέπε Αριστοτέλης) και ο δεύτερος υπαρξιακός, διαισθητικός, προφητικός. (Ο Πλάτων είναι κατ’εξοχήν ορθολογικός, αλλά εγνώριζε τα όρια του ορθολογισμού, γιαυτό στους διαλόγους του δίνει τον τελευταίο λόγο στη Διοτίμα, ως θεία γυναίκα).
Η έννοια του τραγικού στην αρχαιότητα είναι πολύ διαφορετική από αυτή που έχει επικρατήσει στην καθομιλουμένη. Είναι πολύ διαφωτιστική στην αρχαία τραγωδία η σχέση ανάμεσα στο σχετικό (ιστορικό) και το απόλυτο (πνευματικότητα). Οι τραγικοί ποιητές δεν φθάνουν, και αν φθάνουν δεν διαμένουν στο απόλυτο τραγικό. Υπάρχει μια εσωτερική υπέρβαση του τραγικού σε κάθε τραγωδία. Όπως δεν υπάρχει φιλοσοφία όταν δεν υφίσταται αμετακίνητη πίστη πως κάπου υπάρχει η Αλήθεια, έτσι δεν μπορεί να υπάρχει τραγωδία όταν δεν υφίσταται αμετακίνητη πίστη πως κάπου υπάρχει η Θεία δίκη. Αλλοιώς θα έπεφταν και η μία και η άλλη στο χάος. Το τραγικό έγκειται στο ότι ο άνθρωπος <<αμαρτάνει>> παρασυρόμενος από τα πάθη του σε συνδιασμό με τη δύσνοη μοίρα του. Το αμάρτημά του στην περίπτωση της τραγωδίας είναι η παράβαση της δικαιοσύνης με την ύβρη. Το αντίστοιχο φιλοσοφικό αμάρτημα είναι η παράβαση του καθαρού Λόγου με την δόξα. Τελικά, το τραγικό μπορεί να είναι ο παιδεμός του ανθρώπου, είναι όμως και η παιδεία του. Εκεί στις παρυφές της καταστροφής ο άνθρωπος συνειδητοποιεί πράγματα που αλλοιώς δεν θα τα συνειδητοποιούσε. Από αυτή την άποψη ο φόβος και ο τρόμος αποκτούν θρησκευτικά χαρακτηριστικά, ως προθάλαμος της λυτρωτικής καθαρικής τελικής εμπειρίας. Η αρχαία Τραγωδία, είναι λοιπόν περισσότερο αποκαλυπτική και λιγότερο τραγική με την τρέχουσα σημασία του όρου.
Το ερώτημα που δημιουργείται άμεσα είναι πως μπορεί ο σύγχρονος άνθρωπος να φθάσει στην τελική κάθαρση και να μη μείνει στον παιδεμό. Θα απαιτούσε ένα ολόκληρο κύκλο συζητήσεων για να ασχοληθούμε με αυτό το ερώτημα χωρίς, φυσικά, να το εξαντλήσουμε. Επί του παρόντος θα σταθούμε σε μια φαινομενικά απλή, αλλά πολύ ουσιαστική επισήμανση. Για να απαντήσει σε οποιοδήποτε ερώτημα κανείς θα πρέπει να ασχοληθεί επαρκώς μαζί του! Μπορεί να χαμογελάσετε από το προφανές της παρατήρησης, αλλά η πικρή αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος δύσκολα συνδιαλέγεται με τα γενικά υπαρξιακά ερωτήματα που τον πονοκεφαλιάζουν ή (για να χρησιμοποιήσω μια πιό μοντέρνα έκφραση, “τον ψυχοπλακώνουν” και του δημιουργούν άγχος! Στην καλύτερη περίπτωση προτιμά να ασχολείται με τα πρακτικά προβλήματα, πραγματικά ή τεχνιτά που συσωρρεύει στη ζωή του και στον ελεύθερο χρόνο του να προσπαθεί να δια-σκεδάσει, να ξεχαστεί και να ναρκωθεί.Ένα από τα σύγχρονα ναρκωτικά της εποχής μας είναι και ο υπέρμετρος καταναλωτισμός. Έχει ειπωθεί πως ο καταναλωτισμός σπρώχνει το ένστικτο της ιδιοκτησίας ως τα άκρα, πως υποδουλώνει τον άνθρωπο στα πράγματα. Κι όμως, δεν βιώνουμε τόσο την κουλτούρα του έχειν όσο την κουλτούρα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Τα αγαθά πρέπει να αναλώνονται, η καταστροφή τους είναι προσχεδιασμένη, η προσωρινότητά τους προγραμματισμένη. Ο εκπεσμός τους πρέπει να είναι γρήγορος, γενικός, επειδή ο πλούτος μας συνδέεται με τη σπατάλη, όχι με τη διατήρηση. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Πασκάλ Μπρυκνέρ στον “Πειρασμό της Αθωότητας” : << Η κατανάλωση είναι μια ελάσσων θρησκεία, η πίστη στη διηνεκή ανάσταση των πραγμάτων, όπου το σούπερ μάρκετ είναι η Εκκλησία και η διαφήμιση το Ευαγγέλιο>>. Η μαγεία των μεγάλων καταστημάτων είναι πως μας απελευθερώνουν από τη δουλεία των άμεσων αναγκών προτείνοντάς μας μια πληθώρα από άλλες : η μόνη ηδονή είναι να θέλεις αυτό που δεν έχεις ανάγκη. Μες τα μαγαζιά, τα γεμάτα με χρωματιστά κουτιά και δώρα, τα πλήθη δεν πηγαίνουν μονάχα για το ντύσιμο, την τροφή, την επίπλωση, τη θέρμανσή τους, αλλά και για να γευτούν την “ευτυχία”της αφθονίας, που προσφέρει μονάχα απαντήσεις και δεν θέτει κανένα ερώτημα.<<Όπου θέλετε, όποτε θέλετε ότι θέλετε μπορείτε να το έχετε τώρα, με τα διάφορα καταναλωτικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες που διαφημίζουν οι τράπεζες>>. Τα δράματα που συχνά ακολουθούν σε πολλά νοικοκυριά με τα πανωτόκια και τον πληστηριασμό κατοικιών αποσιωπούνται συστηματικά, για να μη διαταραχθεί η γαλήνη του αμέριμνου καταναλωτή. Και η θλίψη της Κυριακής, που νιώθουν πολλοί, μπορεί να οφείλεται και στο γεγονός πως αυτή τη μέρα τα πάντα είναι κλειστά. Κάθε δραστηριότητα έχει ανασταλεί και τα ρολά των μαγαζιών είναι κατεβασμένα: ξαναβρισκόμαστε ενώπιοι ενωπίοις, παραδομένοι στο συναίσθημα της ανεπάρκειάς μας. Ο δαιμόνιος πολιτισμός μας όμως βρήκε το αντίδοτο γι’αυτή την κατάσταση : Παρατηρείται όλο και πιο έντονα η εμφάνιση ενός καινούργιου ανθρώπινου τύπου : είναι ο υπερδραστήριος άεργος, πάντα σε συναγερμό, που ορμά να κατακτήσει εξ εφόδου τη Βαβυλώνα της διασκέδασης. Έξυπνες διακοπές, δυναμική απραξία, φιλόπονος ηδονισμός, μια διαρκής κινητικότητα καταργεί την κλασική εναλλαγή της φρενίτιδας και της μονοτονίας, της γορτής και της δουλειάς. Και καθώς η εργασία κινδυνεύει να γίνει το τελευταίο καταφύγιο της ελίτ, ίσως πολύ σύντομα ο “ελεύθερος” χρόνος να γίνει η κατάρα των φτωχών. Σήμερα η διασκέδαση αποτελεί καθήκον. Ο ελεύθερος χρόνος δεν είναι πια το τεμπέλιασμα μήτε εκείνη η ουσιαστική γαλήνη του μύχιου εαυτού, είναι μια κατάσταση όπου πρέπει οπωσδήποτε να κάνεις κάτι. Παντού η βιασύνη, το άγχος, ο συναγερμός στην υπηρεσία των πλέον μάταιων πραγμάτων: στην τηλεόραση, η τυραννία του ρολογιού, επιβεβλημένη από τις διαφημιστικές σκοπιμότητες, δίνει στη διαδοχή των προγραμμάτων το χαρακτήρα του καταπείγοντος. Το παιχνίδι, η σαχλαμάρα ταυτίζονται με το φορτσάρισμα. Απορρίψαμε το ουσιώδες εν ονόματι του ασήμαντου και του εφήμερου και στη συνέχεια πήραμε το ασήμαντο υπερβολικά στα σοβαρά. Ακόμα και στις στιγμές ανάπαυλας, ο σύγχρονος άνθρωπος παραμένει <<ένας εργάτης δίχως εργασία>>. Θα μπορούσα με να ορίσουμε τις σύγχρονες διασκεδάσεις ως <<την τέχνη του να κοπανάς αέρα μέχρι πλήρους καταπόνησης>>.!.. Αποκλείοντας κάθε εσωτερική υπαρξιακή εμπειρία και κάθε αυθεντική σχέση με τους άλλους, ο σύγχρονος Σίσυφος προσπαθεί μάταια να σβήσει τη δίψα του, μέσα στο οινόπνευμα της κατανάλωσης, όχι μόνο αντικειμένων αλλά και ανθρώπων, καταστάσεων και εντυπώσεων.
Εκτός από το άγχος της κατάκτησης της απόλαυσης, θα μπορούσαμε ακόμη να αναφέρουμε το ακόρεστο άγχος του κέρδους ως αυτοσκοπό, το άγχος της επιτυχίας (σύμφωνα με τα με τα κοινωνικά Status Simbols), το άγχος της ενημέρωσης και της παρακολούθησης όλων των εξελίξεων που γεμίζουν το νού με άχρηστη πληροφόρηση, το άγχος των επιδώσεων, της ταχύτητας και της βιασύνης να φθάσουμε κάπου, άγνωστο που!
Άκουσα για ένα ηλικιωμένο που ταξίδευε με λεωφορείο. Ήταν πολύ ανήσυχος, έτρεμε και διαρκώς ρωτούσε τον οδηγό σε ποιά στάση βρισκόταν. Ένας ξένος, που καθόταν πλάϊ, του είπε : “Ηρεμήστε, μην ανησυχείτε. Αν και ο οδηγός ανακοινώνει τις στάσεις, αν ανησυχείται τόσο πολύ, μπορώ να τον ρωτήσω κι εγώ. Μπορείτε να του πείτε σε πιά στάση θέλετε να κατέβετε, ώστε να το έχει στο νου του. Ηρεμήστε εσείς! Ο ηλικιωμένος, τελικά, πήγε στον οδηγό και του είπε : “Σας παρακαλώ, να θυμάστε πως δεν θέλω να χάσω τη στάση μου. Πρέπει να φθάσω επειγόντως στον προορισμό μου”. Εντάξει, του είπε ο οδηγός, θα τόχω στο νου μου. Και να μη μου το λέγατε, έτσι κι αλλιώς, ανακοινώνω όλες τις στάσεις, αλλά, αφού ανησυχείτε τόσο, θα σας φωνάξω μόλις φθάσουμε στη στάση σας. Μην ανησυχείτε. Πείτε μου, μόνο, που θέλετε να κατεβείτε”. Ο άνδρας, τρέμοντας και ιδρώνοντας από ένταση, είπε : “ Ω! Ευχαριστώ! Έχετέ με υπόψη σας! Πρέπει να κατέβω στο τέρμα.”
Αυτά τα επι μέρους σχετικά “νοήματα” και διασκεδάσεις που αναφέραμε, εύκολα, όπως καταλαβαίνετε μπαίνουν σε κρίση παράγοντας κορεσμό, ανοία, απογοήτευση και αβεβαιότητα στο άτομο, που μοιάζει να χτίζει κάστρα στην άμμο.

Δ) Πρέπει να θεωρήσουμε ότι ανήκει στην υπαρξιακή διάσταση και το ΑΓΧΟΣ ΤΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ, το άγχος, δηλαδή, που δημιουργείται από την συνειδητοποίηση ότι οι ικανότητές μας είναι συχνά ανεπαρκείς για να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της ζωής και να είμαστε στο ύψος του ιδανικού προτύπου που έχουμε σαν οδηγό, με άλλα λόγια τη δυσκολία να είμαστε αυθεντικοί. Αν ένα άτομο δεν κατορθώσει να αποκτήσει ελευθερία, αυθορμητισμό, γνήσια έκφραση του εγώ του, μπορεί να αισθανθεί πως έχει σοβαρή ανεπάρκεια. Είπα πως μπορεί και όχι πως αισθάνεται υποχρεωτικά αυτή την ανεπάρκεια. Αν μια κατάσταση είναι κοινή στην πλειονότητα των μελών μιας δεδομένης κοινωνίας, χαρακτηρίζουμε το φαινόμενο αυτό ως κοινωνικά μορφοποιημένη ανεπάρκεια. Το άτομο σ’αυτή την περίπτωση μπορεί να μην έχει συναίσθηση ότι πρόκειται για ανεπάρκεια. Και δεν απειλείται η ασφάλειά του από τη γνώση ότι είναι διαφορετικός. Όσα μπορεί να έχει χάσει σε βαθύ και αυθόρμητο αίσθημα ευτυχίας, τα αναπλήρώνει με τη σιγουριά πως ταιριάζει με τους άλλους (μαζάνθρωπος)..
Στην πραγματικότητα αυτή ακριβώς η ανεπάρκειά του μπορεί να έχει εξαρθεί σε αρετή από τον πολιτισμό του ! Θεωρώντας πως η ανεπάρκεια αυτή έχει κάποια ιδιαίτερη αξία, το άτομο προστατεύεται από τη νεύρωση με την οποία θα είχε προσβληθεί σε μια άλλη κουλτούρα ( με την οποία η ίδια η ανεπάρκεια θα του έδινε το αίσθημα μιας έντινης ανικανότητας και απομόνωσης). Η τρελή επιδίωξη του καταναλωτισμού που χαρακτηρίζει την εποχή μας είναι να μεταστρέψει τα πιο μεγάλα ανθρώπινα ελαττώματα σε δημόσιο όφελος, να μεταμορφώσει την απληστία, την αρπακτικότητα και τον εγωισμό σε εκπολιτιστικούς παράγοντες. Η ψυχική υγεία που είναι συνόνημη με την ώριμη ανάπτυξη του ανθρώπου, δεν μπορεί να καθοριστεί σήμερα με την <<προσαρμογή>> του ατόμου στην κοινωνία, αλλά πρέπει αντίθετα να καθορίζεται σύμφωνα με την προσαρμογή της κοινωνίας στις πραγματικά ανθρώπινες ανάγκες. Το γεγονός ότι εκατομμύρια άνθρωποι έχουν από κοινού τα ίδια βίτσια και το ότι πιστεύουν στις ίδιες πλάνες, δεν κάνει τα βίτσια αρετές και τις πλάνες αλήθειες και το γεγονός ότι τα εκατομμύρια αυτών των ανθρώπων έχουν από κοινού τις ίδιες μορφές ψυχικής παθολογίας, δεν κάνει τους ανθρώπους αυτούς υγιείς!
(Μια ΥΓΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ αναπτύσει την ικανότητα του ατόμου να αγαπά τους συνανθρώπους του, να εργάζεται δημιουργικά, να αναπτύσσει τη λογική παράλληλα με τη συνείδηση, να εμπιστεύεται την εμπειρία του και να εναρμονίζεται με το περιβάλλον. Μια ΜΗ ΥΓΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑ είναι εκείνη που δημιουργεί την αμοιβαία εχθρότητα, τη δυσπιστία, που μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε όργανο χρήσης και εκμετάλλευσης των άλλων, που του αποστερεί την αίσθηση της αξίας, εκτός αν υποτάσσεται ή γίνεται κουρδιστό αυτόματο ).
Για μια μειοψηφία, τα πρότυπα που παρέχει η επίσημη κουλτούρα δεν ισχύουν: η ατομική τους ανεπάρκεια είναι πιο σοβαρή (συνειδητή) και έτσι αν δεν βρούν λύση, δεν αποφεύγουν την εκδήλωση μιας διαταραχής.Ανάμεσα στην μειοψηφία αυτή συναντάμε συχνά ανθρώπους με μεγαλύτερη ακεραιότητα και ευαισθησία από εκείνη που διαθέτει η πλειοψηφία, οι οποίοι ακριβώς γι’αυτό το λόγο είναι ανίκανοι να δεχθούν τα “ναρκωτικά”( εκτόνωσης, εφυσυχασμού, αποπρασανατολισμού, απόσπασης, απασχόλησης) που προσφέρει η κουλτούρα, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι αρκετά ισχυροί και υγιείς ώστε να ζήσουν σωστά
<< ενάντια στο ρεύμα>>.
Ο Ηλίθιος του Ντοστογιέβσκι είναι ένας ήρωας του αυθεντικού συναισθήματος ενάντια στον εκφυλισμένο πολιτισμό. Μέσα από αυτόν μιλάει μια αρχέγονη, σχεδόν θεϊκή σοφία που σκανδαλίζει, καταλύει τις κοσμικές συμβατότητες. Ρομαντική αντιστροφή των αξιών : αυτοί που κατέχουν την αλήθεια δεν είναι πια οι ισχυροί και οι λόγιοι, αλλά οι περιθωριακοί. Η εποχή μας έχει πάψει να σέβεται την ποιότητα και την καλλιέργεια. Τα είδωλά της βρίσκονται αλλού : στην γκλαμουριά και στην κομπίνα. Το πιο δημοφιλές από τα μίντιά μας, η τηλεόραση, καταφέρνει να διευρύνει, ως το μη περαιτέρω, τα όρια της μηδαμινότητας, σε σημείο που εξαναγκαζόμαστε να σωπάσουμε, γοητευμένοι ή εξουθενωμένοι.Βλέπουμε να κυριαρχούν οι εκπρόσωποι μιας στρατευμένης, χολερικής βλακείας, που μισεί θανάσιμα κάθετί το πνευματικό. Στη λέξη κουλτούρα βγάζουν περίστροφο (επικαλούμενοι τα ρεκόρ τους στην τηλεθέαση ή την ακροαματικότητα) και μαζί με το κοινό τους γιουχάρουν τους κουλτουριάρηδες, τους ξενέρωτους που δεν εκστασιάζονται μπροστά στη μεγάλο τηλεπανηγύρι. Αν ο επιθετικός ηλίθιος κατορθώσει κάποτε να γίνει ο απόλυτος άρχοντας της κοινωνίας μας, τότε ο καλλιεργημένος άνθρωπος θα καταντήσει ένα αξιοπερίεργο δείγμα αυτής της εξαφανιζόμενης φυλής, που εξακολουθεί ακόμα να ευλαβείται το βιβλίο, το ήθος και τη σκέψη.
Αυτές οι τέσσερις υπαρξιακές όψεις του άγχους ( του πρόσκαιρου, της ενοχής, του νοήματος και της ανεπάρκειας ) δεν είναι φυσικά διακεκριμένες η μία από την άλλη. Συνυπάρχουν ταυτόχρονα μέσα μας, Η μια ή η άλλη μπορούν, όμως, να υπερισχύουν ή να διαδραματίζουν ένα μικρότερο ρόλο, ανάλογα με τις περιστάσεις και τις ιστορικές περιόδους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην κοινωνία μας και σ’αυτή την τεχνολογική εποχή που ζούμε, το άγχος του θανάτου και εν μέρει το άγχος της ενοχής έχουν καταπιεστεί, ενώ το άγχος της ανεπάρκειας και της απώλειας των αξιών έχουν αντίθετα ενισχυθεί και υπερτονισθεί. Η κατάρρευση των συλλογικών μύθων και η αποδυνάμωση των κοινωνικών δεσμών στρέφει το άτομο σε μια εγωιστική ατομικότητα , ενώ πρέπει να επανασυνθέσει μόνος του τα νοήματα και να επιλέξει τις εναλλακτικές λύσεις, κάτι προφανώς αρκετά δύσκολο και πηγή έντονου άγχους. Από τη στιγμή που αποδεσμεύεται από τα διανοητικά και καταπιεστικά κοινωνικά δεσμά, γινόμενο ο καθοδηγητής του εαυτού του, με μοναδική πυξίδα τη νόησή του, το άτομο χάνει ταυτόχρονα και την ασφάλεια ενός ξεκάθαρου χώρου, μιας τάξης, ενός καθορισμού. Κερδίζοντας σε ελευθερία και δικαιώματα, μπήκε στην εποχή της αιώνιας βασάνου : της υπευθυνότητας, των επιλογών και των συνεπειών.

Η Υπαρξιακή διάσταση του άγχους που περιγράψαμε είναι κοινή σε όλους τους ανθρώπους και μας συντροφεύει υπόγεια. Σπάνια εμφανίζεται, αλλά κάνει αισθητή την παρουσία της, έστω και με περιφεριακά στη συνείδηση σημάδια.
Μερικές φορές όμως, η ατομική ιστορία έχει πιο δραματικά χαρακτηριστικά, πιο σύνθετα από εκείνα των περισσότερων ανθρώπων. Το άγχος εκρήγνυται εξαιτίας προβλημάτων, αβεβαιοτήτων, συγκρούσεων περισσότερο ειδικών για την προσωπική ζωή του ατόμου και αποκτά τότε παθολογικά χαρακτηριστικά.. Το άγχος θεωρείται παθολογικό εαν δημιουργεί προβλήματα στην καθημερινή λειτουργικότητα, στην επίτευξη επιθυμητών στόχων ή στη συναισθηματική ηρεμία του ατόμου, οπότε και έχουμε κάποια Αγχώδη Διαταραχή. Είμαστε εδώ ενώπιον ενός φαινομένου πολύ διαφορετικού από εκείνο του υπαρξιακού άγχους, που εκτός από το να εμφανίζεται με μια αίσθηση αμηχανίας, είναι ακόμη, ερέθισμα για δράση, εξερεύνηση, δημιουργικότητα και μάθηση. Στην παθολογική του μορφή το άγχος είναι στείρο και αντί να παρακινεί στη ζωή, εμποδίζει, αποκλείει δημιουργικές τάσεις και προάγει παθητικότητα.
Υπάρχει ένας λίγο-πολύ συνεχής συναγερμός εναντίον κάποιου αγνώστου εχθρού. Αλλά εαν δεν υπάρχει κανείς πραγματικός κίνδυνος, τι είδους απειλή βιώνει το άτομο; Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αποκτούν ένα χαρακτήρα κινδύνου διάφορα ερεθίσματα, μυνήματα, υποθέσεις, προβλέψεις, φαντασίες, μέσα από μια καθαρά συμβολική μορφή με σημασία στενά προσωπική. Ο Freud πρώτος, υπέθεσε ότι το άγχος δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα σημάδι κινδύνου τελείως προσωπικού, και συνεπώς μια δραστηριοποίηση αμυνών ενάντια σε ασυνείδητα ιδεοσυναισθηματικά συμπλέγματα, που οι πιέσεις της ζωής απειλούσαν να αποκαλύψουν στην επιφάνεια της συνείδησης, με φυσικές και ψυχικές επιπτώσεις πολύ πιο σοβαρές από το ίδιο το άγχος. Αυτή την ερμηνεία του άγχους θα την εξετάσουμε αναλυτικά αργότερα, στις ψυχοδυναμικές θεωρίες.
Στην προσπάθεια να επιλυθεί το άγχος συγκεκριμενοποιείται (προβάλλεται) συχνά πάνω σε ένα αντικείμενο ή κατάσταση , αποκτώντας έτσι υπόσταση. Τείνει δηλαδή να μεταμορφωθεί σε φοβία. (Φοβία είναι ένας επίμονος και παράλογος (υπερβολικός) φόβος για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο ή κατάσταση που έχει σαν αποτέλεσμα το άτομο να επιθυμεί καταναγκαστικά την αποφυγή του). Μερικές φορές μοιάζει να πρόκειται για μια οποιαδήποτε επιλογή που συμβαίνει σχεδόν τυχαία, άλλες φορές πάλι μοιάζει με συνειδητή επιλογή. Το άγχος γίνεται τότε το υπόστρωμα πολλών μικρών και μεγάλων φοβιών, που αποτελούν αποκρυσταλλώσεις του ίδιου του άγχους. Φυσικά, αυτές οι απόπειρες να μεταμορφωθεί το άγχος σε φοβία δεν έχουν ένα θετικό αποτέλεσμα, δηλαδή να επιλύσουν το άγχος, που έχει τις ρίζες του σε βαθιές αιτιάσεις, αλλά προσφέρουν μόνο μια παροδική ανακούφιση, αφού η απροσδιοριστία του είναι ανυπόφορη.
(Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ξεκάθαρη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον φυσιολογικό φόβο, αυτόν που όλοι έχουμε και μπορούμε να αντιμετωπίσουμε μόνοι μας, και στις έντονες φοβίες, οι οποίες απαιτούν επαγγελματική βοήθεια. Η βασική διαφορά τους εντοπίζεται στο βαθμό ( τη συχνότητα και την ένταση), ενώ η επαγγελματική βοήθεια χρειάζεται συνήθως μόνον όταν οι φόβοι αρχίζουν να περιορίζουν με κάποιον τρόπο τη ζωή μας.)
Μερικές φορές όμως το άγχος δεν έχει την δυνατότητα να εκφορτιστεί σε αντικείμενα ή καταστάσεις. Τότε μένει ελεύθερο, διάχυτο και γι’αυτό ακόμα πιο επιζήμιο για την καθημερινή ζωή. Μιλάμε για την Γενικευμένη Αγχώδη Διαταραχή ( αγχώδη νεύρωση κατά το παρελθόν) που παρουσιάζει το άγχος σαν το μόνο σύμπτωμα. Μπορεί να διαποτίσει και να χαρακτηρίσει όλους τους τομείς της καθημερινότητας. Μπροστά σε οποιοδήποτε γεγονός, μπροστά σε οποιαδήποτε πίεση, ακόμα και ελάχιστη από το περιβάλλον, ο αγχώδης αντιδρά με συναγερμό, με ανησυχία. Το απλό κουδούνισμα του τηλεφώνου, ένα γράμμα από μέρους μιας δημόσιας υπηρεσίας, όλα αποκτούν πάντα τα χαρακτηριστικά ενός κινδύνου. Αποδιοργανώνεται εύκολα το άτομο από κάθε αλλαγή, που προϋποθέτει την αναζήτηση μιας καινούργιας ισορροπίας. Το ιδανικό του είναι να ζεί σε γνωστούς μονότονους ρυθμούς, περιορίζοντας κατά το δυνατόν τη σχέση του με τον εξωτερικό κόσμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: